Στο ξεκίνημα βέβαια της ανθρώπινης ιστορίας, η καθοδήγηση του πλήθους μέσω της φυλάκισης του στο matrix επιτυγχανόταν με τη βοήθεια της βίας – κάτι που έπαψε πλέον να είναι αρκετό, μετά την έναρξη της εποχής του Διαφωτισμού. Ένα επόμενο βήμα συνέβη γύρω στο 1850, όπου ξεκίνησε η πρώτη βιομηχανική επανάσταση – ενώ οι δύο επιστήμονες που έθεσαν τις βάσεις της σύγχρονης χειραγώγησης, ακούσια φυσικά, δεν είναι άλλοι από τους πατέρες της αναλυτικής ψυχολογίας S. Freud και C.G.Junk.
Από το επιστημονικό έργο του τελευταίου είναι γνωστό το ότι, ο άνθρωπος μπορεί να επηρεασθεί πολύ εύκολα από οπτικά ερεθίσματα – ενώ το συλλογικό ασυνείδητο διαδραματίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Χωρίς τώρα να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, οι δέκα βασικότερες στρατηγικές της χειραγώγησης είναι οι εξής:
(1)Η αντιστροφή της προσοχής (παραπλάνηση): Πρόκειται για σκόπιμες ειδήσεις που «πωλούνται» ως οι σημαντικότερες, έχοντας όμως στόχο να κρύψουν τις πραγματικά σημαντικές – όπως στο παράδειγμα της αναθεώρησης του συντάγματος, για να μη δοθεί προσοχή στα νέα μέτρα φτωχοποίησης των Πολιτών, καθώς επίσης στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων.
(2) Η σκόπιμη δημιουργία προβλημάτων, για τα οποία παρέχονται ταυτόχρονα οι ήδη προετοιμασμένες λύσεις: Για να επιτευχθεί ένας δύσκολος στόχος, προκαλούνται ορισμένες προβληματικές καταστάσεις, αφού διαφορετικά ο πληθυσμός επαναστατεί.
Για παράδειγμα, με σκοπό το ριζικό περιορισμό των κεκτημένων της πλειοψηφίας (μισθοί, κοινωνικό κράτος κλπ.), «παράγει» κανείς μία οικονομική κρίση, ενοχοποιώντας τους Πολίτες για τη δημιουργία της – παρέχοντας ταυτόχρονα «λύσεις», όπως η αύξηση της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες δεν αφήνουν μεν το σύστημα να καταρρεύσει, αλλά αυξάνουν τη λεηλασία των πολλών που δεν αντιδρούν, επειδή δεν κατανοούν τι ακριβώς συμβαίνει.
(3) Η διαβάθμιση των δυσάρεστων αλλαγών: Η σταδιακή αλλαγή προς το χειρότερο των υπηρεσιών που προσφέρει το δημόσιο είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί, σε σχέση με την άμεση και απότομη – επειδή η μάζα, όταν μία κατάσταση διαρκεί πολύ, τείνει να πέσει στην παγίδα του «όλα θα περάσουν και θα γίνουν καλύτερα».
Παράδειγμα η επιβολή των ακραίων νεοφιλελεύθερων μέτρων στην Ελλάδα σταδιακά μετά το 2010, όπου δημιουργούταν η εσφαλμένη εντύπωση στους Πολίτες ότι, οι εκάστοτε κυβερνήσεις τους προστάτευαν καθυστερώντας – ή πως η κρίση θα είχε καταπολεμηθεί, εάν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτές οι καθυστερήσεις, παρά το ότι στην Πορτογαλία τεκμηριώθηκε πως δεν ισχύει.
(4) Η αναβολή των επιδιωκόμενων αλλαγών: Πρόκειται για τη μετάθεση στο μέλλον εκείνων των αλλαγών που, εάν υιοθετούταν βραχυπρόθεσμα, θα προκαλούσαν μαζικές αντιδράσεις ή/και θα απορρίπτονταν από το σύνολο του πληθυσμού. Μέσω της αναβολής τους αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα αποδοχής τους εκ μέρους των ανθρώπων, επειδή έτσι συνηθίζουν καλύτερα στην ιδέα.
(5) Η ομιλία στις μάζες σαν να πρόκειται για μικρά παιδιά: Όταν απευθύνεται κανείς στους ανθρώπους μιλώντας τους σαν να είναι παιδιά, τότε νοιώθουν ανάλογα ασήμαντοι – οπότε έχει τη δυνατότητα να τους πει ευκολότερα δυσάρεστες αλήθειες. Ισχύει εν προκειμένω το ότι, όσο πιο ψεύτης είναι κανείς, τόσο πιο εύκολα πείθει – γεγονός που διαπιστώνεται συχνά στην Ελλάδα, όσον αφορά το εκλογικό κοινό και τους πολιτικούς που στέλνει στην εξουσία.
(6) Η έμφαση (επικέντρωση) στα συναισθήματα και όχι στη λογική: Με τη στροφή προς το συναίσθημα εμποδίζεται η κριτική σκέψη, σε βαθμό που δεν μπορεί να φαντασθεί κανείς. Παράδειγμα, η έμφαση στα χείλη του πρωθυπουργού με την έρπη, αντί στα καταστροφικά αποτελέσματα των δήθεν διαπραγματεύσεων του με τους δανειστές τον Ιούλιο του 2015 – ή στη σημερινή ρητορική του περί της υιοθέτησης δημοψηφισμάτων, όταν είναι ο μοναδικός στην ιστορία που δεν σεβάστηκε το δημοψήφισμα του 2015.
(7) Η διατήρηση της κοινωνίας σε άγνοια: Προφανώς οι μάζες δεν πρέπει να είναι σε θέση να κατανοούν τις μεθόδους, καθώς επίσης τις τεχνικές ελέγχου που εξασφαλίζουν τη χειραγώγηση τους. Στα πλαίσια αυτά, όλοι όσοι προσπαθούν να τις «ξυπνήσουν» είτε συκοφαντούνται μεθοδικά, είτε διακωμωδούνται, είτε χαρακτηρίζονται ως οπαδοί θεωριών συνομωσίας – έτσι ώστε να μην εισακούγονται ποτέ.
(8) Η χειραγώγηση της σκέψης του λαού, έτσι ώστε να πεισθεί πως είναι μία θλιβερή μετριότητα: Όταν οι άνθρωποι πείθονται ότι, είναι «μοντέρνο» να συμπεριφέρονται ανόητα, χυδαία και ματαιόδοξα, τότε είναι πολύ εύκολη η καθοδήγηση τους.
Παράδειγμα ο τρόπος ομιλίας και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στην ελληνική κοινωνία και στη Βουλή, οι οποίες μειώνουν δραστικά το πολιτισμικό επίπεδο της χώρας – οπότε δεν σημειώνονται αναταραχές και εξεγέρσεις, παρά τη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου. Με απλά λόγια, η ευγένεια δεν συμβαδίζει με την παθητική αποδοχή της φτωχοποίησης – οπότε απαιτείται η μείωση του πολιτισμικού επιπέδου, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να επιβληθεί.
(9) Μετάλλαξη της αντίστασης σε ένα συναίσθημα κακής συνείδησης: Χωρίς καμία ενέργεια, δεν υπάρχει καμία άμυνα – όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου είναι ανόητο να περιμένει κανείς κάτι καλύτερο, αφού δεν ενεργεί οπότε δεν αμύνεται. Όταν η κοινωνία τώρα πείθεται συλλογικά ότι είναι ανόητη, διεφθαρμένη και ανίκανη, οπότε είναι η ίδια ένοχος για τα δεινά που της συμβαίνουν (κακή συνείδηση), τότε εξουδετερώνεται πλήρως – αφού αυτός που νοιώθει ένοχος δεν είναι σε θέση να αγωνισθεί, να εξεγερθεί και να επαναστατήσει.
(10) Η γνώση των ανθρώπων καλύτερα από τους ίδιους: Τις τελευταίες δεκαετίες οι γνώσεις στη Νευρολογία (έρευνα του εγκεφάλου), στην Κοινωνιολογία και στην Ψυχολογία έχουν αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό – οπότε η απόσταση που χωρίζει τα πολύ υψηλά εισοδηματικά στρώματα από τη μάζα είναι πια τεράστια. Ως εκ τούτου, ακόμη και η μεσαία τάξη έχει μείνει πολύ πίσω διανοητικά – οπότε είναι σημαντικά ευκολότερη η χειραγώγηση, ο έλεγχος και επομένως η «ληστεία» της.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι, η πρώτη προτεραιότητα όλων όσων θέλουν να αποφύγουν την «πλύση εγκεφάλου» που τους ασκείται καθημερινά, είναι η προσεκτική επιλογή των ΜΜΕ, από τα οποία ενημερώνονται – κάτι που όμως απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή, αφού πρόκειται για κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε μέσο αντιλαμβανόμαστε πως υποστηρίζει κάποιο πολιτικό κόμμα ή κάποια οικονομικά συμφέροντα, πρέπει να αποφεύγεται με κάθε τρόπο – αφού κάθε άλλο παρά ενημερώνει αντικειμενικά, ενώ δεν είναι τόσο απλό να το διακρίνουμε.
Βιβλιογραφία: Stendhal
No comments:
Post a Comment